έμπυασμα

έμπυασμα
και όμπυασμα, το
εμπύηση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • έμπυασμα — έμπυασμα, το και όμπυασμα, το, ατος ο σχηματισμός πύου σε πληγή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • όμπυασμα — το βλ. έμπυασμα …   Dictionary of Greek

  • εμπύηση — η έμπυασμα (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • όμπυασμα — το, ατος και έμπυασμα, το σχηματισμός, εμφάνιση πύου: Το όμπυασμα της πληγής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”